Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

Αναβίωση παραδοσιακών παιδικών παιχνιδιών.

 Κείμενο: Βασίλης Λ. Τηγάνης

Φωτογραφίες: Χρήστος Σπ. Λαυρέντζος, Χριστόφορος Καραγεώργος, Ευτυχία Γιαννακοπούλου.

Την Παρασκευή το βράδυ 11 Αυγούστου μια ιδιαίτερα νοσταλγική βραδιά για τους μεγαλύτερους, που βρήκαν την ευκαιρία να «ζωντανέψουν» τις μνήμες από τα παιδικά τους χρόνια και μια έξαψη της περιέργειας για τους νεότερους για τα παιχνίδια των προηγούμενων γενιών.

 Ο Δάσκαλος Βασίλης Τηγάνης ανέλαβε να συγκεντρώσει το υλικό, να επιλέξουμε ποια παιχνίδια θα παίξουν όσοι τα ήξεραν και στη συνέχεια οι νέοι να τα παίξουν μόνοι τους.

  Αρχικά ο Βασίλης  μίλησε για τη σπουδαία σημασία που έχει το παιχνίδι στην σωματική, πνευματική, συναισθηματική και ψυχική ανάπτυξη του παιδιού. Εξάπτει τη φαντασία, ενισχύει την ευρηματικότητα, τονώνει την  αυτοπεποίθηση, συμβάλλει στην κοινωνικοποίηση των παιδιών, τα οπλίζει με επιμονή και υπομονή, τα μαθαίνει να τηρούν κανόνες , να σέβονται τον αντίπαλο, να διαχειρίζονται την ήττα τους, να χαίρονται ταπεινά τη νίκη τους.

  Επειδή ήταν αδύνατο να παρουσιαστούν όλα τα παιχνίδια που παίζονταν παλιότερα, επιλέχτηκαν για επίδειξη-εκμάθηση μερικά εξ αυτών. Επιλέχτηκαν τελικά η Τσιλίκα ή Σκλέντζα, η Γ(ου)ρουνα, η Σκλάβα, το Κουτσό, το Σχοινάκι και τα Πεντόβολα. Στην προσπάθεια αυτή συμμετείχαν πρόθυμα  ως παίχτες, συγχωριανοί μας, οι οποίοι τα έπαιζαν παλιά προκειμένου να κάνουν επίδειξη,  και στη συνέχεια αναλάμβαναν τα παιδιά με τη βοήθεια του παρουσιαστή να τα παίξουν.

  Ο Τάκης Κουτσιούμπας του Αθ., ο Νώντας Προύντζος του Γρ., ο Βαγγέλης Κατσίκης, ο Δημήτρης Κουτσιούμπας του Νικ., ο Θωμάς Βλάχος του Διον., ο Χριστόφορος Καραγεώργος του Σερ., ο Βασίλης Τηγάνης του Λαμπ., ο Κώστας Ταλιούρας του Θεοδ., η Βαρβάρα Γιαννακοπούλου, η Σούλα Τσιούνη, η Ευτυχία Γιαννακοπούλου, Η Τασούλα Γιαννακοπούλου, η Χριστίνα Βλάχου, μας έδειξαν τι έκαναν στα διαλλείματα όταν πήγαιναν σχολείο.

  Η Τσιλίκα ή Σκλέντζα, η Γ(ου)ρούνα, η Σκλάβα, το Κουτσό, το Σχοινάκι και τα Πεντόβολα είχαν την τιμητική τους. Στο πλάνο και ένα καρότσι από συρμάτινες ρόδες και τιμόνι, καθώς και ένα ξύλο με σύρμα σκληρό στην άκρη (η στέκα) για να κυλάμε τις ρόδες χωρίς να πέσουν.


  Τα παιδιά κοίταζαν με περιέργεια τον τρόπο παιχνιδιού και όταν τελείωσαν οι μεγάλοι επιδόθηκαν στα παιχνίδια με ζήλο.

 Τους κανόνες των παιχνιδιών και τον τρόπο παιξίματος, τα επιμελήθηκε ο Βασίλης Τηγάνης και μας τα περιγράφει παρακάτω:

Παραδοσιακά Παιχνίδια

Γουρούνα ή Γρούνα.


  Χρειάζονται τουλάχιστον  τρεις παίχτες. Ικανοποιητικός αριθμός για την καλή εξέλιξη του παιχνιδιού, είναι από πέντε έως δέκα.   Έχουν όλοι τους από ένα χοντρό ραβδί σαν παλούκι φράχτη περίπου. Επίσης ανοίγουν στο έδαφος τρύπες μικρές ώστε να χωράει η μύτη του παλουκιού, σε κυκλική διάταξη.  Ο αριθμός των τρυπών είναι μία τρύπα λιγότερη από τον αριθμό των παικτών. Βρίσκουν και ένα τενεκεδάκι  (Πάφλας από τοματοπολτό, κομπόστα, κονσέρβα κτλ) για να κάνει και θόρυβο, το οποίο είναι η Γουρούνα (Γρουνα).  Στη συνέχεια μαζεύει ένας παίχτης όλα τα παλούκια στην αγκαλιά του και λέει τα εξής λόγια πριν τα πετάξει ψηλά: «Σταυρωτά - Ξεσταύρωτα κι όποιος τυχερός Γουρνάρ΄ς». Τα πετάει ψηλά κι όταν πέφτουν στο έδαφος ελέγχουν σε ποιον ανήκει το παλούκι, το οποίο βρίσκεται πάνω - πάνω  και τέμνεται -¨σταυρώνεται¨ με κάποιο άλλο. Ο ιδιοκτήτης αυτού του παλουκιού γίνεται Γουρνάρης και το παιχνίδι αρχίζει. 

  Ο Γουρνάρης με τη Γουρούνα του μπαίνει στη μέση του κύκλου και οι υπόλοιποι τοποθετούν το παλούκι τους στις τρύπες που έχουν ανοιχτεί κυκλικά. Ο γουρνάρης χτυπάει με το παλούκι του το τενεκεδάκι (Πάφλα), με σκοπό να πετύχει τα πόδια κάποιου από τους άλλους παίκτες. Εκείνοι στηρίζονται στο παλούκι τους προσπαθώντας να το αποφύγουν. Αν το καταφέρει αμέσως αλλάζουν θέσεις. Δηλαδή γίνεται γουρνάρης ο χτυπημένος και τη θέση του παίρνει ο πρώην γουρνάρης. Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού έχουν δικαίωμα και οι άλλοι παίκτες να χτυπούν με το δικό τους παλούκι το τενεκεδάκι, διακινδυνεύοντας βέβαια, επειδή αφήνουν την τρύπα τους ελεύθερη. Τότε ο γουρνάρης έχει τη δυνατότητα με μία γρήγορη κίνηση να τοποθετήσει το δικό του παλούκι στην τρύπα αυτού που την άφησε ελεύθερη. Αν συμβεί αυτό τότε γίνεται γουρνάρης αυτός που έχασε την τρύπα του. Και το παιχνίδι συνεχίζεται έτσι και νικητής είναι αυτός που έγινε λιγότερες φορές γουρνάρης.

Τσιλίκα ή Σκλέντζα


  Για να παιχτεί το παιγνίδι αυτό, χρειάζονταν τουλάχιστον δύο παιδιά. Περισσότερα αν μαζεύονταν, το παιγνίδι παιζόταν καλύτερα. Η συντροφιά διάλεγε ένα μέρος ανοιχτό και ομαλό. Χρειαζόταν ένα μπαστούνι 60-70 εκατοστά, καμωμένο από οποιοδήποτε ξύλο γερό, που ονομαζόταν «Τσιλίκα» ή «Σκλέντζα».  Η συντροφιά χρειαζόταν κι ένα άλλο ξύλο όχι πολύ παχύ και μακρύ, ίσα με είκοσι - τριάντα πόντους, ξυσμένο και από τις δύο του άκρες.. Το δεύτερο αυτό ξύλο το ονόμαζαν «Τσιλικάρι» ή «Σκλεντζάρι».

  Τα παιδιά μοιράζονταν σε δύο ισάριθμες ομάδες. Μετά αποφάσιζαν ποια ομάδα θα έπαιζε πρώτη με τον ακόλουθο τρόπο:

  Ανοίγονταν  μια μικρή τρύπα στο χώμα κι έβαζαν πάνω κατά μήκος το τσιλικάρι ή σκλεντζάρι. Ένας από τη μία ομάδα στεκόταν κι από κει χτυπούσε με την «τσιλίκα» το «τσιλικάρι». Ξεπετιόνταν αυτό και έπεφτε κάπου πιο πέρα. Ρωτούσε κατόπιν τη δεύτερη ομάδα: • Τι παίρνετε «τσιλίκα» ή «τσιλικάρι».

  Ύστερα από τη δήλωση αυτή, έβαζε κάτω την «τσιλίκα» του, έτσι που η μια της άκρη ν' ακουμπάει στην τρύπα κι η άλλη να κατευθύνεται προς το μέρος που βρισκόταν το «τσιλικάρι». Τότε άρχιζε να μετράει με την «τσιλίκα» του λέγοντας «τσιλίκα», «τσιλικάρι», «τσιλίκα», «τσιλικάρι» ..... Κι έτσι με κάθε μετρησιά, προχωρούσε ώσπου να φτάσει το «τσιλικάρι». Αν η τελευταία λέξη τη στιγμή που θα άγγιζε η «τσιλίκα» το «τσιλικάρι», ήταν αυτή που διάλεξε η δεύτερη ομάδα, τότε αυτή θα έπαιζε πρώτη. Αν όχι, θα έπαιζε πρώτη η άλλη ομάδα.

  Οι ομάδες τώρα αποχωρίζονταν. Η ομάδα που θα έπαιζε πρώτη(Α), στεκόταν από τη μεριά της τρύπας . Η άλλη ομάδα(Β) απομακρυνόταν σε τέτοια απόσταση, όση θεωρούσε πως θα μπορούσε να φτάσει το «τσιλικάρι», όταν αυτό χτυπιόταν από το παιδί που βρισκόταν στην τρύπα. Το παιδί που έπαιζε πρώτο από την τρύπα, χτυπούσε προς το μέρος της δεύτερης ομάδας με την «τσιλίκα» του. Από την άλλη μεριά οι παίχτες της δεύτερης ομάδας περίμεναν με σηκωμένα τα χέρια να πιάσουν το «τσιλικάρι».  Δύο ήταν τα πιθανά ενδεχόμενα:

1. Η ομάδα Β κατάφερνε να πιάσει το «τσιλικάρι». Αν κατάφερνε κάποιος από την δεύτερη ομάδα να το πιάσει με τα χέρια, χωρίς αυτό να πέσει κάτω, η ομάδα Β κέρδιζε κι οι ομάδες άλλαζαν θέσεις. Τώρα η Β ομάδα ρίχνει το «τσιλικάρι». 

2. Αν η ομάδα Β δεν κατάφερνε να πιάσει το «τσιλικάρι».

  Σε περίπτωση όπου η δεύτερη ομάδα δεν προλάβαινε να πιάσει το «τσιλικάρι» κι αυτό έπεφτε κατά γης στο καρτέρι της δεύτερης ομάδας, τότε ο πιο επιδέξιος της ομάδας αυτής έπαιρνε από κάτω το «τσιλικάρι». και το έριχνε προς την τρύπα . Ο σκοπός του ήταν να το ρίξει σε απόσταση από την τρύπα μικρότερη της μιας τσιλίκας, μα αυτό  ήταν πολύ δύσκολο γιατί ο παίχτης που ήταν στην τρύπα, περίμενε με σηκωμένη την «τσιλίκα» του για να αποκρούσει το χτύπημα του αντιπάλου του. Έτσι έβαζε όλη του την τέχνη και έκανε πολλές εξυπνάδες - προσποιήσεις για να το κατορθώσει. Άλλοτε το σήκωνε ψηλά, τάχα πως θα το ρίξει από ψηλά, άλλοτε το χαμήλωνε, άλλοτε το γύριζε δεξιά ή αριστερά για να αναγκάσει τον παίχτη του κέντρου να τα χάσει και να μην ξέρει από πού θα του έρθει.

2.1. Αν κατάφερνε να ρίξει κοντά στην τρύπα  το «τσιλικάρι», τότε κέρδιζε κι οι ομάδες άλλαζαν θέση.

2.2. Άμα όμως ο παίχτης του κέντρου, κατάφερνε να αποκρούσει το «τσιλικάρι»  μακριά από την τρύπα, τότε γινόταν μέτρημα. Μετρούσε με την «τσιλίκα» του από την τρύπα  ως το «τσιλικάρι» ένα, δύο, τρία, τέσσερα κλπ. Όσα μετρήματα γίνονταν, τόσες ήταν οι πόντοι και ανήκαν σ' όλη την ομάδα του. Νικήτρια ήταν οι ομάδα που συγκέντρωνε τους περισσότερους πόντους.

Σκλάβα

  Είναι παιχνίδι που παίζεται από 2 ομάδες παιδιών. Το παιχνίδι έχει κάποια σχέση με πολεμικά τεχνάσματα μια και οι προσπάθειες των παιχτών στρέφονται στο πώς θα πιάσουν αιχμαλώτους και πώς θα τους φυλάξουν να μην τους ελευθερώσουν οι άλλοι.  Κάθε ομάδα έχει ένα σημείο εκκίνησης, συνήθως κολόνα ή δέντρο, που λέγεται «Μόλι».  Σε κάθε ομάδα ένα παιδί ρυθμίζει τις εξορμήσεις και είναι κατά κάποιο τρόπο ο αρχηγός. Αυτός λέει στον παίχτη που κρίνει κατάλληλο π,χ, έβγα Θωμά. Ο Θωμάς βγαίνει από το χώρο της ομάδας του και κινείται με προσοχή στο χώρο της αντίπαλης ομάδας. Ο αρχηγός της άλλης ομάδας διατάζει ένα δικό του να κυνηγήσει και να πιάσει αυτόν που βγήκε.

  Η άλλη όμως ομάδα στέλνει να προστατέψει τον πρώτο δικό της,  που κυνηγιέται κι αν μπορέσει να πιάσει τους κυνηγούς. Αυτό συνεχίζεται από τις δύο ομάδες μέχρι να βγουν όλοι οι παίχτες. Αν, εν τω μεταξύ, κάποιος πιαστεί αιχμάλωτος, σταματούν. Ο αιχμάλωτος μένει στο αντίθετο στρατόπεδο και κάθεται σταυροπόδι,  περιμένοντας να πάνε οι δικοί του να τον απελευθερώσουν. Το παιχνίδι συνεχίζεται από την αρχή.

  Σημειώνω εδώ πως κανένα παιδί δεν έχει δικαίωμα να κυνηγήσει άλλο της αντίθετης ομάδας αν δεν πάρει Μάνα, πατώντας με το πόδι του μια πέτρα που βρίσκεται στην αφετηρία του στρατοπέδου του ή αγγίζοντας το δέντρο ή την κολόνα που έχουν ορίσει ως «Μόλι».

  Νικήτρια είναι η ομάδα που θα αιχμαλωτίσει όλα τα παιδιά της άλλης  ομάδας. Τότε αλλάζουν θέσεις – «Μόλια», μπαίνοντας οι της νικήτριας ομάδας καβάλα στους νικημένους μέχρι τη νέα θέση-«Μόλι».

Κουτσό

Αυτό το παιχνίδι παίζεται με πολλές παραλλαγές τόσο στον τρόπο παιξίματος όσο και στον τρόπο σχεδιασμού των τετραγώνων πάνω στα οποία τα παιδιά παίζουν το κουτσό. Εδώ θα αναφέρουμε έναν αρκετά διαδεδομένο τρόπο.

  Τα παιδιά σχεδιάζουν πάνω σε πλακόστρωτη ή τσιμεντένια επιφάνεια, συνήθως με κιμωλία, τέσσερα συνεχόμενα «κουτάκια», τα τρία πρώτα ίσα μεταξύ τους και το τέταρτο σχεδόν μεγαλύτερο  από τα άλλα. Συνήθως, τα τρία πρώτα κουτάκια ονομάζονται «σκαλιά» ενώ το τέταρτο, το μεγάλο, το λένε «βασιλιά».

  Στη συνέχεια, αφού τα παιδιά τα ¨βγάλουν¨ για να δουν με ποια σειρά θα παίξουν, βρίσκουν μια πλακέ πετρούλα. Το πρώτο στη σειρά παιδί παίρνει την πετρούλα και τη ρίχνει στο πρώτο σκαλί, προσέχοντας να μην τη ρίξει έξω από τα πλάγια και να μην αγγίξει τη διαχωριστική γραμμή γιατί κινδυνεύει έτσι να χάσει τη σειρά του. Άμα τη ρίξει σωστά, με λυγισμένο το ένα πόδι, πηδά κουτσό από το ένα σκαλί στο άλλο.

  Στο «βασιλιά» έχει το δικαίωμα να πάρει μια ανάσα και επιτόπου να στρίψει και να γυρίσει πάλι πίσω, από το ένα σκαλί στο άλλο, πάντα κουτσό. Όταν φτάσει στο σκαλί που είναι το πετραδάκι πρέπει να το κλωτσήσει έξω και, κυρίως, όχι πολύ μακριά αφού μ’ ένα πήδο πρέπει να το φτάσει και να το πατήσει κιόλας. Και σ’ όλα αυτά δεν πρέπει να πατήσει κάτω το κουτσό πόδι αλλά ούτε και να πατήσει με το «γερό» πόδι κάποια γραμμή, γιατί κινδυνεύει να χάσει τη σειρά του. Αν κάνει σωστά τα παραπάνω, συνεχίζει ο ίδιος ρίχνοντας το πετραδάκι στα υπόλοιπα σκαλιά.

  Αν το ίδιο παιδί ολοκληρώσει με επιτυχία το παιχνίδι σε όλα τα σκαλιά, κερδίζει «ρούμπο» και σταματά προσωρινά για να κάνουν τη σειρά τους και οι υπόλοιποι. Νικητής αναδεικνύεται αυτός που πρώτος θα συγκεντρώσει τρεις «ρούμπους».

Σχοινάκι


  Το παιχνίδι αυτό παίζεται  ατομικά ή ομαδικά. Στο ατομικό παιχνίδι ένα παιδί γυρίζει γύρω από τον εαυτό του ένα σχοινάκι και προσπαθεί να το πηδάει χωρίς να το αγγίξει με τα πόδια του.

  Στο ομαδικό, δύο παιδιά κρατούν ένα μακρύ σχοινί και το φέρνουν γύρω γύρω. Τα παιδιά που είναι απέξω προσπαθούν να μπουν μέσα στο χώρο της περιστροφικής κίνησης του σχοινιού, χωρίς να αγγίξουν το σχοινί και αρχίζουν να πηδούν. Μπορούν να μπουν πολλά παιδιά μέσα και να πηδούν συγχρόνως αποφεύγοντας την επαφή με το σχοινί. Στόχος είναι να μην χτυπήσει το σχοινί τα πόδια ή το κεφάλι κανενός παιδιού. Αν αυτό συμβεί το παιδί που χτύπησε το σχοινί και ανέκοψε την κυκλική του κίνηση,  βγαίνει από το παιχνίδι και συνεχίζουν οι άλλοι. Νικητής είναι αυτός που θα μείνει τελευταίος. Μπορούν να μπαινοβγαίνουν στο παιχνίδι για να ξεκουράζονται,  αρκεί να μην τους αγγίζει το σχοινί και το σταματήσουν.

Πεντόβολα


  Παίζεται από αγόρια και κορίτσια. Είναι παιχνίδι αρκετά δύσκολο. Χρειάζεται δεξιοτεχνία και γρηγοράδα.

  Το κάθε παιδί έχει πέντε χαλίκια στρογγυλά και λεία, στο μέγεθος ενός φουντουκιού. Τα δύο παιδιά που θα πάρουν μέρος στο παιχνίδι, κάθονται αντικριστά και έχουν χάμω, μπροστά τους, τα τέσσερα χαλίκια, ενώ το πέμπτο το κρατάνε στη χούφτα τους.

  Ο πρώτος παίχτης πετάει ψηλά το χαλίκι που έχει στη χούφτα του και με μια γρήγορη κίνηση, ενώ το χαλίκι του είναι ακόμη στον αέρα, προσπαθεί να πάρει από κάτω ένα χαλίκι από τα τέσσερα. Αν προλάβει να το πάρει και να χουφτώσει μαζί και το άλλο που κατεβαίνει από ψηλά, συνεχίζει ώσπου να πάρει ένα - ένα και τα τέσσερα. ΄Αν δεν τα καταφέρει αρχίζει ο επόμενος. Κάθε φορά ο παίχτης αφήνει στην άκρη το πεντόβολο που έπιασε, για να πιάσει άλλο.

  Το παιδί που κατάφερνε να τα πιάσει ένα - ένα περνάει στη δεύτερη φάση, την πιο δύσκολη. Τα αφήνει όλα και προσπαθεί να τα πιάσει δυο - δυο. Ύστερα τρία με μιας, ύστερα τέσσερα.

  Μετά από αυτές τις δοκιμασίες, το παιδί ακουμπάει κάτω το μεγάλο δάκτυλο και το δείκτη του ενός χεριού του, έτσι που να σχηματίζει καμάρα και ξαναπετάει το ένα χαλίκι ψηλά προσπαθώντας να σπρώξει από ένα χαλίκι κάθε φορά μέσα στο φουρνάκι, δηλαδή κάτω από την καμάρα.

  Τελευταία, το παιδί που έχει περάσει με επιτυχία όλες τις φάσεις του παιχνιδιού, κάνει το παρακάτω: Πετάει όλα τα χαλίκια ψηλά (όχι πολύ ψηλά για να μη σκορπίσουν) και προσπαθεί να τα ξαναπιάσει όλα με τα δυο του χέρια, που τα ενώνει με τις παλάμες προς τα κάτω. Οι ράχες των παλαμών, ενωμένες στους δείχτες (με τα μεγάλα δάχτυλα από κάτω) σχηματίζουν ένα είδος σκάφης. Όποιο παιδί μπορέσει να τα πιάσει όλα έτσι, είναι ο νικητής.

 






ΠΡΟΒΟΛΗ  ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ  ΓΙΑ  ΤΟΝ  ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟ  ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟ      .

  Μετά το τέλος των παιχνιδιών προβλήθηκε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ του μουσικού σχολείου Αγρινίου, για τον ποιητή – λογοτέχνη Κωσταντίνο Χατζόπουλο, που γεννήθηκε στο Αγρίνιο και ο πατέρας του Γιάννης Χατζόπουλος ήταν από το Χαλκιόπουλο.

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου